Το κυριότερο, αλλά όχι το μόνο μικρόβιο που προκαλεί πνευμονία είναι ο πνευμονιόκοκκος (streptococcus pneumoniae). Για την ελάττωση του κινδύνου της πνευμονοκοκκικής πνευμονίας σε ευπαθείς ομάδες χορηγείται εμβόλιο για τον πνευμονιόκοκκο. Η διηθητική πνευμονιοκοκκική νόσος είναι συνήθως μια σοβαρή πάθηση τόσο για τον πάσχοντα όσο και για τους ανθρώπους γύρω του, καθώς μεταδίδεται με τα σταγονίδια της σιέλου.
Η νόσος όταν προκαλείται από μικρόβιο, αντιμετωπίζεται με τα κατάλληλη για την περίπτωση αντιβιοτικά. Στην περίπτωση που ο ασθενής παρουσιάζει δύσπνοια, υποξυγοναιμία, ταχύπνοια, πτώση της αρτηριακής πίεσης ή παρατεινόμενο εμπύρετο παρά την αγωγή, τότε απαιτείται εισαγωγή του ασθενούς στο νοσοκομείο ώστε να χορηγηθούν ενδοφλέβια στοχευμένα αντιβιοτικά και να αντιμετωπιστούν οι επιπλοκές.
Για τη διάγνωση της πνευμονίας απαιτείται η κλινική εξέταση από τον πνευμονολόγο προκειμένου να διαπιστώσει εάν υπάρχουν ακροαστικά ευρήματα. Μπορεί να απαιτηθεί και ακτινογραφία θώρακος για να διαπιστωθεί η παρουσία διήθησης (πύκνωσης). Εάν η πνευμονία συνοδεύεται από πλευριτική συλλογή υγρού στην υπεζωκοτική κοιλότητα, τότε απαιτείται παρακέντηση του θώρακα, αφαίρεση του υγρού και βιοχημικός έλεγχος των χαρακτήρων του. Χρήσιμο εργαλείο και στην περίπτωση αυτή είναι ο υπέρηχος του θώρακα, που κατευθύνει με ακρίβεια τον επεμβατικό πνευμονολόγο και αποκαλύπτει την έκταση τόσο της πλευριτικής συλλογής όσο και της πνευμονίας.
Στην περίπτωση εμπυήματος, δηλ. παρουσίας πύου στην θωρακική κοιλότητα, απαιτείται άμεση παροχέτευση του πύου με τοποθέτηση θωρακοσωλήνα από τον επεμβατικό πνευμονολόγο.
Υπερηχογραφική εικόνα πύκνωσης δεξιού κάτω λοβού πνεύμονα